Project Description

Michel Lamoller

A depthless world

 

 

 

Tι είναι αυτό που βλέπει κανείς, όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα έργο του Μίχελ Λαμόλερ; Άραγε το θεωρεί κομμάτι ενός κόσμου που δεν γνωρίζει όρια και πολλαπλασιάζεται συνεχώς ή μήπως το αντιλαμβάνεται ως τo έμπρακτο αποτέλεσμα μιας αποδομιστικής πράξης;

Ο Mίχελ Λαμόλερ δηλώνει πως διατηρεί μία σχέση αγάπης/μίσους με τη φωτογραφία. Αυτή στάση αντανακλάται και στα έργα του. Χρησιμοποιώντας τη φωτογραφία ως υλικό, με τρόπο που αποκλίνει ριζικά από την αρχική της χρήση (εδώ πρέπει να έγκειται η σχέση «μίσους») ο Λαμόλερ ανανοηματοδοτεί την αναπαράσταση (κίνηση που θα μπορούσε να γίνει αντιληπτή ως «αγάπη») κυρίως διότι με αυτόν τον τρόπο καταφέρνει να αποκαλύψει τη δυνατότητα του μέσου να διευρύνει τα όρια της εικόνας. Και αυτό το κάνει με τρόπο παιγνιώδη, εννοιολογικό, χωρίς να στερεί από τον θεατή μία αίσθηση έκπληξης, επιστρέφοντάς τον σε βασικές αρχές της αισθητικής εμπειρίας. Aυτό επιτυγχάνεται μέσα από τρεις τύπους έργων που περιστρέφονται γύρω από αυτή την ιδέα.

Όλα τα έργα προκύπτουν από πολλαπλές φωτογραφικές εκτυπώσεις, οι οποίες τοποθετημένες η μία πάνω στην άλλη διαμορφώνουν αντικείμενα. Μερικά από αυτά προκύπτουν από ένα επαναλαμβανόμενο κατασκευαστικό μοτίβο, το οποίο ολοκληρώνεται στο σημείο όπου η εικόνα μετασχηματίζεται σε αντικείμενο. Με αυτόν τον τρόπο η φωτογραφία λειτουργεί ως ένα υλικό που αναμένει να σμιλευτεί. Άλλα υπηρετούν ένα διαφορετικό σκοπό, καθώς η πρόθεση του δημιουργού να παρέμβει δεν συνδέεται με την προσπάθειά του να προσεγγίσει την ομοιότητα, αλλά να διαμορφώσει μία κατάσταση, να επανοηματοδοτήσει τους όρους μίας γνώριμης εμπειρίας. Εκεί σε κάθε επιφάνεια υπάρχουν άλλα στοιχεία που υπογραμμίζονται, αφαιρούνται ή διαφοροποιούνται. Σε αυτές τις περιπτώσεις η εικόνα προσκαλεί το θεατή να εισέλθει σε αυτή και να ανακαλύψει μία διασπασμένη πραγματικότητα με τα κενά και τις συνδέσεις που εκτίθενται. Και τέλος υπάρχουν και αυτά, όπου πέρα από τις πανομοιότυπες εκτυπώσεις περιλαμβάνονται και μερικές όπου το διαφορετικό περιεχόμενο μετατρέπει την εικόνα σε ένα στοιχείο ζωντανό και δυναμικό, με τα διαφορετικά χρονικά καρέ να συγκλίνουν σε ένα. Τα έργα του Λαμόλερ θυμίζουν αυτό που Crimp περιέγραφε στο κλασικό του δοκίμιο Pictures ως «ανα-παράσταση», όχι με την κοινή χρήση του όρου, αλλά υποδεικνύοντας την παρουσία που μπορεί να έχει μία αναπαράσταση ως αντικείμενο σε χρόνο παρόντα. Αυτή άλλωστε είναι και η δύναμη της φωτογραφίας ως υλικού, καθώς η αναπαράσταση βρίσκεται ενσωματωμένη σε αυτό.

Σε κάθε περίπτωση τα επίπεδα παρέμβασης του δημιουργού συμβαδίζουν με το φαντασιακό ενέργημα που απαιτείται από το θεατή, ενώ τα όρια της εικόνας εκτείνονται προς κάθε κατεύθυνση παραπέμποντας σε αισθητικές εμπειρίες που ο θεατής μπορεί να έχει βιώσει με άλλα μέσα, όπως για παράδειγμα όταν βλέπει ένα γλυπτό ή μία κινούμενη εικόνα.

Αυτή η προσέγγιση χρήσης του φωτογραφικού μέσου δεν αποτελεί βέβαια ένα νέο στοιχείο. Πρωτοσυναντάται ήδη από τη δεκαετία του 1970 στην έκθεση του ΜΟΜΑ Photography into Sculpture σε επιμέλεια Peter Bunnell. Από τόσο νωρίς είχε ξεκινήσει η συζήτηση σχετικά με την οπττική διτόττητα που μπορεί να προκληθεί – όταν ακόμη το φωτογραφικό μέσο ήταν ευρέως συνδεδεμένο με την καταγραφή. Αυτή η πειραματική θεώρηση έγινε τότε αποδεκτή από τον τύπο ως «παραβίαση της ακεραιότητας της φωτογραφικής διαδικασίας». Σήμερα, σχεδόν πενήντα χρόνια αργότερα η τάση αυτή αναβιώνει, με μεγαλύτερη συχνότητα από το 2000 και μετά. Μόνο που αυτή τη φορά ανταποκρίνεται σε νέα δεδομένα. Στον ψηφιακό κόσμο η απτή διάσταση του φωτογραφικού αντικειμένου και η δεξιοτεχνία που εμπεριέχει αποκτά μία άλλη σημασία, ενώ συνεχίζει να διατηρεί το ενδιαφέρον που συνεπάγεται η διαχείριση του μέσου ως ακατέργαστου υλικού που μπορεί να ανταποκριθεί στην πολυπλοκότητα των αισθήσεων. Ανατρέποντας τη θέση ισχύος του φωτογράφου και εστιάζοντας στο συνεχές ο Λαμόλερ επινοεί κατά κάποιον τρόπο μία γκρι ζώνη, η οποία αν και διέπεται από παράδοξα δεν αποξενώνει το θεατή. Μπορεί κανείς να αναγνωρίσει το βάθος και παράλληλα την επιφάνεια, το πραγματικό και το φανταστικό, την αδύναμη και την ισχυρή προθετικότητα του δημιουργού, το παρόν και το παρελθόν μέσα στο ίδιο κάδρο. Άραγε μέσα από ποιο πρίσμα θα μπορούσε κανείς να τα ερμηνεύσει; Ο ίδιος δηλώνει πως αυτό που τον απασχολεί είναι η απεικόνιση μιας κατάστασης και όχι η αφήγηση. Εστιάζει σε αυτή τη στιγμή, που η εικόνα του κοινότοπου αποκτά βάρος και το συγκεκριμένο, το αποσπασματικό, μπορεί να ιδωθεί ως μέρος μίας ατελεύτητης εξέλιξης. Από την άλλη τα έργα τροφοδοτούν τη συζήτηση περί της διαδικασίας της παραγωγής, όχι υπό την έννοια της αποδόμησής της, αλλά της ανατομίας της ποιητικής της. Σε κάθε επιφάνεια μπορεί κανείς να διακρίνει τον τρόπο που η αντίληψη και η αναπαράσταση εμπλέκονται και πυροδοτούν τη φαντασία. Αυτό μόνο αρκεί για να σταθεί κανείς. Και ίσως με αυτόν τον τρόπο ο κόσμος του Λαμόλερ να μην γνωρίζει βάθος, ακριβώς επειδή μέσα από τις κατασκευές του φωτίζεται η αξία της διαδικασίας – και εκεί το βάθος δεν υπάρχει.

Αλεξάνδρα Αθανασιάδου

 

Σύντομο Βιογραφικό

Ο Michel Lamoller σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών του Αμβούργου από όπου πήρε τον τίτλο των προπτυχιακών και μεταπτυχιακών σπουδών. Το 2005 έκανε πρακτική για τη Magnum Photos (Νεα Υόρκη). Έχει εκθέσει στην Κορέα, τη Γερμανία, την Ισπανία, την Τουρκία, την Αγγλία, τη Βενεζουέλα και την Ελλάδα σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις. Το 2013 συμμετείχε στο Festival Internacional de Arte Incubarte 6 στη Βαλένθια της Ισπανίας, το 2016 στη Biennale Illustration and Graphic Art, Illustrative 16, στο Βερολίνο. Η τελευταία του ατομική έκθεση ήταν το 2017 στο Direktorenhaus Museum